Τρίτη, Σεπτεμβρίου 01, 2015

Για την αναπαραγωγιμότητα στην ψυχολογία

Το εύρημα για την αποτυχία αναπαραγωγής ερευνητικών ευρημάτων ψυχολογίας ήταν αναμενόμενο. Η τροπή που παίρνει η συζήτηση όμως είναι εσφαλμένη. Ο λόγος για την αποτυχία της αναπαραγωγιμότητας δεν είναι ότι η ψυχολογία είναι κακή, ή δεν είναι καν, επιστήμη, ότι οι έννοιές της δεν είναι μετρήσιμες, ή ότι δεν έχει μοιάσει αρκετά με τις φυσικές επιστήμες.

Στην πραγματικότητα η ψυχολογία προσπαθεί μόνο να μοιάσει όσο περισσότερο γίνεται στην φυσική. Για πολλούς ψυχολόγους της ποιοτικής έρευνας αυτή η προσπάθεια είναι μέρος του προβλήματος, και όχι μέρος της λύσης, όπως προτείνουν κάποιοι. Δεν συμφωνώ με την εγκατάλειψη της ποσοτικοποίησης στην ψυχολογία, απεναντίας θεωρώ τον εαυτό μου ποσοτικό ψυχολόγο. Αλλά δικαιώνω απόλυτα αυτούς τους οπαδούς της ερμηνευτικής και του αντιθετικισμού, διότι οι ψυχολόγοι χρησιμοποιούν ποσοτικές μεθόδους που δεν καταλαβαίνουν, και δεν θέλουν να αλλάξουν τις ερευνητικές πρακτικές που εσωτερίκευσαν στο διδακτορικό τους.

Η εφαρμοσμένη στατιστική χρησιμοποιείται με διαστρεβλωμένο τρόπο στις επιστήμες υγείας, και αυτό είναι γενικότερο πρόβλημα, επομένως οποιαδήποτε "φωτογραφική" στοχοποίηση της ψυχολογίας ως προβληματικής επιστήμης είναι παραπλανητική και προέρχεται από άτομα με παταγώδη άγνοια του αντικειμένου της ψυχολογίας, αλλά και σοβαρά ελλείματα κατανόησης της φιλοσοφίας της επιστήμης. Στο δημόσιο διάλογο η συζήτηση αναφέρεται σε "ευρήματα" με έναν τρόπο που είναι μάλλον ξένος προς το τι συνιστά ένα ερευνητικό εύρημα. Τα ευρήματα των ψυχολογικών ερευνών δεν είναι μεμονωμένες προτάσεις που σμιλεύονται σε πέτρες. Εντάσσονται σε αλυσίδες συλλογισμών και προηγούμενων ευρημάτων και συχνά επιδιώκουν να διασαφηνίσουν μηχανισμούς ή να αποκλείσουν εναλλακτικές εξηγήσεις. Πολλά ευρήματα, παρόλο που δεν επιχειρείται ευθέως η αναπαραγωγή τους, ξαναεμφανίζονται σε συνθήκες ελέγχου σε άλλες έρευνες που επεκτείνουν τη θεωρία. Οι θεμελιωδέστερες θεωρίες της κοινωνικής και της γνωστικής ψυχολογίας έχουν επιδειχθεί επανειλημένα στο εργαστήριο και το πεδίο. Επομένως η αξιοποίηση των ευρημάτων από αδαείς για υπονόμευση της αξιοπιστίας του κλάδου είναι αστήρικτη.

Οι ερευνητές των επιστημών υγείας έχουν γαλουχηθεί με την εσφαλμένη πεποίθηση ότι η χαμηλή τιμή πιθανότητας του σφάλματος τύπου Ι εξασφαλίζει την αναπαραγωγιμότητα της μελέτης. Αυτό είναι απλά λάθος. Η αναπαραγωγή της μελέτης είναι αναπόφευκτη προκειμένου να διασφαλιστεί το αποτέλεσμα. Κι όμως επί επτά δεκαετίες τα επιστημονικά περιοδικά και η επιστημονική κοινότητα έχει επενδύσει όλες της τις προσπάθειες στην επίτευξη χαμηλών τιμών πιθανότητας σφάλματος τύπου Ι, συχνά χειραγωγώντας λίγο ή πολύ τα δεδομένα. Αν δεν έχεις στατιστικά σημαντικά αποτελέσματα δεν δημοσιεύεις. Για αυτό και η επαγγελματικοποίηση της έρευνας, έκανε τους ερευνητές να προσπαθούν να μεγιστοποιήσουν τον αριθμό των δημοσιεύσεών τους, τις ετεροαναφορές κλπ. Η κατασκευή της στατιστικής σημαντικότητας με κάθε κόστος είναι ένα καθημερινό φαινόμενο, και αυτοί που φταίνε περισσότερο είναι όσοι το αποσιωπούν.

Η έλλειψη ερευνών αναπαραγωγής, επίσης οφείλεται στην επαγγελματικοποίηση της έρευνας. Αν προσπαθήσεις να αναπαράγεις ένα εύρημα και αποτύχεις, το πιθανότερο είναι να το βάλεις στο συρτάρι σου και να μην ξαναασχοληθείς ποτέ με αυτό. Εδώ που τα λέμε, ακόμα και αν μια δική σου πρόταση αποτύχει να περάσει το (εσφαλμένο) τεστ της στατιστικής σημαντικότητας , πάλι στο συρτάρι σου θα καταλήξει. Δεν δίνεται χρηματοδότηση για αναπαραγωγές πειραμάτων, και οι ερευνητές επιδιώκουν να κάνουν έρευνες που θα προωθήσουν το εισόδημά τους και τη θέση τους στην ιεραρχία. Και ακόμα και όταν γίνονται οι αναπαραγωγές, γίνονται ως δευτερεύοντα έργα, από φοιτητές, σε θερινή περίοδο, κλπ. Δεν δίνεται η δέουσα προσοχή στην αναπαραγωγή, λόγω μιας αρρωστημένης επαγγελματικής νοοτροπίας στην έρευνα. Αντί αυτής, σε κάθε πανεπιστημιακό τμήμα θα πρέπει να διαμορφώνεται εργαστήριο στο οποίο θα μπορούν να αναπαράγονται όλα τα βασικά ευρήματα των ψυχολογικών ερευνών. Οι ερευνητές θα πρέπει να προαναγγέλουν τους ερευνητικούς σχεδιασμούς και τις υποθέσεις τους εκ των προτέρων, τουλάχιστον στο τμήμα τους, αν όχι στα περιοδικά στα οποία σκοπεύουν να δημοσιεύσουν, και στο διαδίκτυο. Η αναφορά σε ελέγχους υποθέσεων θα πρέπει ίσως να εγκαταλειφθεί εντελώς, αφού η επιστημονική κοινότητα έχει αποδείξει επανειλημμένα ότι δεν μπορεί να αντισταθεί στην αποχαυνωτική εκδοχή της που επικράτησε τις προηγούμενες δεκαετίες.

Αντί να οικτίρουμε την ψυχολογία, και να την θεωρούμε χαμένο στοίχημα, θα πρέπει να καταλάβουμε ότι αυτή η έκθεση είναι το σοκ που όλες οι επιστήμες υγείας χρειάζονταν για να γυρίσουν σελίδα. Αυτή είναι η καλύτερη εποχή για να είναι κανείς ερευνητής στην ψυχολογία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: